φιλέταιροι

φιλέταιροι
φιλέταιρος
fond of one's comrades
masc/fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Φιλέταιροι — Φιλέταιρος fond of one s comrades masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ηγήσιππος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ρήτορας από το Σούνιο (4ος αι. π.Χ.). Ήταν σύγχρονος του Δημοσθένη και οπαδός του κόμματός του. Πολλοί θεωρούν δικό του τον λόγο Περί Αλοννήσου, που αποδίδεται στον Δημοσθένη. Σώθηκαν αποσπάσματα από το έργο του. 2.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”